Tuesday, November 23, 2010

Η Ιδιαίτερη σημασία των λέξεων "Νίκη " " Ελευθερία " και " Αρετή " του Αντωνίου Αντωνάκου


«Ἡ ίδιαίτερη σημασία τῶν λέξεων
“ΝΙΚΗ” “ΕΛΕYΘΕΡΙΑ” καὶ “ΑΡΕΤΗ”
καὶ ἡ ἐπίδρασή τους στὴν διαχρονικὴ διαμόρφωση
τοῦ χαρακτῆρα τῶν Λακώνων»*

Τοῦ
Ἀντωνίου Α. Ἀντωνάκου
Καθηγητοῦ – Φιλολόγου
Ἱστορικοῦ - Συγγραφέως

Μᾶς δίνεται σήμερα ἡ δυνατότητα νὰ μιλήσουμε γιὰ ἕνα θέμα σχεδὸν ἀπαγορευμένο τὰ τελευταῖα χρόνια στὴν Ἑλλάδα. Τὴν ἐννοιολογικὴ σχέση τριῶν λέξεων σπουδαίων, οἱ ὁποῖες ἔχουν σήμερα πλήρως παραποιηθῇ καὶ διαστρεβλωθῆ. Εἶναι οἱ λέξεις «Ἐλευθερία», «Ἀρετή» καὶ «Νίκη» καὶ ἡ διαχρονικὴ παρουσία τους στὴν ἱστορικὴ πορεία τοῦ Λακωνικοῦ γίγνεσθαι.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι ὑπῆρξαν οἱ πρῶτοι διδάξαντες τὴν Ελευθερία παγκοσμίως. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο φρόντισαν νὰ καλλιεργήσουν τὸ ἦθος καὶ τὴν ἀρετὴ τῶν πολιτῶν τους.
Οἱ λέξεις αὐτὲς ἔχουν ἰδιαίτερη σημασία, διότι μᾶς δείχνουν τὴν σχέση καὶ τὴν ταύτιση θεωρίας καὶ πράξεως, τὴν ταύτιση τῆς γλωσσικῆς σημασίας καὶ τῆς ἐφαρμογῆς της στὴν διαχρονικὴ ἱστορικὴ πορεία τῶν Λακώνων καὶ τῶν ἀπογόνων τους Μανιατῶν...
Ἡ λέξη «ἐλευθερία» εἶναι μέρος τῶν βασικῶν συστατικῶν τοῦ DNA τῶν Λακώνων καὶ κατ’ ἐπέκταση καὶ ὅλων τῶν Ἑλλήνων. Ἐπειδὴ σήμερα ὅλοι ὁμιλοῦν γιὰ εἰρήνη, ἔχουμε νὰ τονίσουμε ὅτι ἡ Εἰρήνη εἶναι μία ἰδεατὴ κατάσταση, ἡ ὁποία γιὰ νὰ ὑπάρξη, θέλει νὰ προϋπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις. Οἱ Ἕλληνες τὸ γνώριζαν. Γνώριζαν ὅτι «Εἰρήνη εἶναι ἀκήρυχτος πόλεμος»... καθὼς καὶ ὅτι «ἂν θέλης εἰρήνη νὰ προετοιμάζεσαι γιὰ πόλεμο». Ἡ εἰρήνη λοιπὸν εἶναι μία κατάσταση, ἡ ὁποία ἐπιβάλλεται ἀπὸ κάποιον ἰσχυρὸ ἀκριβῶς λόγῳ τῆς δυνάμεώς του. Εἶναι γνωστὴ ἡ «Pax Minoica», τὴν ἀρχαία ἐποχή, ἡ «Pax Romana» τὴν Ρωμαϊκὴ περίοδο, καὶ σήμερα ἡ περίφημη «Pax Americana». Ὅμως ἡ καταξίωση ἔρχεται μέσα ἀπὸ τὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν Ἐλευθερία.
Ἂν ἡ εἰρήνη εἶναι τὸ πᾶν, τότε γιατὶ πολεμᾶμε γιὰ ἐλευθερία λένε οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες. ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ ΑΛΛΑ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Ἂν εἴχαμε ἐλευθερία εἴχαμε καὶ εἰρήνη.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἐθνικὸς Ὕμνος τῆς Ἑλλάδος εἶναι «Ὕμνος πρὸς τὴν Ἐλευθερία» καὶ ὄχι «Ὕμνος πρὸς τὴν Εἰρήνη»
Τὸ σύνθημα τοῦ Ρήγα τὴν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας ἦταν «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ἢ ΘΑΝΑΤΟΣ»... Μόνο γιὰ τοὺς Μανιᾶτες τὸ σύνθημα ἦταν «ΝΙΚΗ ἢ ΘΑΝΑΤΟΣ», καὶ τοῦτο διότι ἡ Ἐλευθερία γιὰ τοὺς Μανιᾶτες ἦταν δεδομένη. Δὲν ὑποτάχθηκαν ποτὲ καὶ τοῦτο δὲν εἶναι ἄμοιρο τῶν σπουδαίων χαρακτηριστικῶν τῶν λέξεων ποὺ ἐξετάζουμε σήμερα.
Ἡ λέξη «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», λένε τὰ λεξικά, σημαίνει τὴν ἀνεξαρτησία ἀπὸ κάθε βία ἢ ἐπίδραση καὶ κατ’ ἐπέκταση τὴν ἐθνικὴ ἢ πολιτικὴ ἀνεξαρτησία, τὴν αὐτοτέλεια: Σήμερα ἔχουν δώσει στὴν λέξη ἰδιαίτερες σημασίες ποὺ δὲν ἀντιπροσωπεύουν τὴν οὐσιαστικὴ σημασία της. Γιὰ παράδειγμα τὰ λεξικὰ ἀναφέρουν ὅτι «ἐλευθερία» σημαίνει τὸ σύνολο τῶν δικαιωμάτων τοῦ πολίτη σύμφωνα μὲ τὰ συνταγματικὰ θέσμια, τὴν ἄνεση καὶ εὐκινησία ἀλλὰ καὶ τὴν ἔλλειψη ἠθικοῦ περιορισμοῦ.

Ὅμως ἡ λέξη «ἐλευθερία» προέρχεται ἀπὸ τὸν μέλλοντα «ἐλεύσομαι» τοῦ ρήματος «ἔρχομαι». Τὸ Γουδιανὸν Ἐτυμολογικὸν Λεξικόν μᾶς πληροφορεῖ ὅτι «ἐλευθερία· ἀπὸ τοῦ ἐὰν ἐλεύθεσθαι οὗπερ ἂν ἐθέλη τις, ὃ ἐστιν ἔρχεσθαι ὅπου βούλεται».
Ὑπάρχει ὅμως μία διαφορά. Ὁ μέλλων «ἐλεύσομαι» τοῦ ρήματος «ἔρχομαι» σημαίνει «θὰ ἔλθω». Ἑπομένως «ἐλευθερία» εἶναι αὐτὴ ποὺ «θὰ ἔλθει». Καὶ «θὰ ἔλθει», μόνον ἐὰν ὁ ἄνθρωπος ἀγωνισθῆ γιὰ νὰ τὴν κατακτήση. Ὁ ἐκ τῶν ἐθνικῶν ποιητῶν Ἀνδρέας Κάλβος ὅμως εἶχε γράψει: «θέλει ἀρετὴν καὶ τόλμην ἡ ἐλευθερία». Καὶ πράγματι. Γιὰ νὰ ἔχης Ἐλευθερία, πρέπει νὰ ἔχης Ἀρετή! Ὁ Πλούταρχος μᾶς ἀναφέρει ὅτι «Λάκων ἐρωτηθεὶς τί ἐπίσταται, εἶπεν «ἐλεύθερος εἶναι». (Πλουτάρχου «Λακωνικὰ Ἀποφθέγματα, 37)» [Ἕνας Λάκων ποὺ ρωτήθηκε τί ξέρει νὰ κάνει ἀπάντησε: «Νὰ εἶμαι ἐλεύθερος»].
Τὴν ἀξία τῆς Ἐλευθερίας λοιπόν, γιὰ τοὺς Λάκωνες τὴν δείχνουν οἱ ἀγῶνες τους τὴν ἀρχαία περίοδο. Γιὰ τοὺς ἀπογόνους τους Μανιᾶτες τὸ εἴπαμε. Ἡ Ἐλευθερία ἦταν δεδομένη. Ὅμως εἶναι καλὸ σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο νὰ ἀναφέρουμε καὶ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν Ἡρόδοτο, γιὰ νὰ κατανοήσουμε καλύτερα τὴν σημασία τῆς λέξεως ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ στὸ Λακωνικὸ γίγνεσθαι.
«Ὅταν, στὴν πρώτη ἐκστρατεία τῶν Περσῶν, ὁ Δαρεῖος ἔστειλε κήρυκες στὴν Σπάρτη, ὅπως ἔκανε καὶ σὲ ὅλες τὶς πόλεις τῆς Ἑλλάδος, γιὰ νὰ ζητήσουν γῆν καὶ ὕδωρ, οἱ Λακεδαιμόνιοι τοὺς πέταξαν σὲ ἕνα πηγάδι καὶ τοὺς καλοῦσαν νὰ πάρουν ἀπὸ κεῖ «γῆν καὶ ὕδωρ» καὶ νὰ τὰ πᾶν στὸν βασιλιᾶ τους.
Στοὺς Λακεδαιμονίους, λοιπόν, ξέσπασε ὁ θυμὸς τοῦ Ταλθυβίου, τοῦ κήρυκα τοῦ Ἀγαμέμνονος. Γιατὶ στὴν Σπάρτη ὑπάρχει ναὸς τοῦ Ταλθυβίου, ζοῦν καὶ οἱ ἀπόγονοί του, οἱ ὀνομαζόμενοι Ταλθυβιάδες, ποὺ τοὺς ἔχουν δοθῆ ὡς τιμητικὸ προνόμιο ὅλες οἱ ἀποστολὲς κηρύκων ποὺ στέλνει ἡ Σπάρτη. Ἐξ αἰτίας ὅμως αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, οἱ Σπαρτιάτες ἔκαναν θυσίες ἀλλὰ ἄδικα περίμεναν αἴσια προμηνύματα. Κι αὐτὸ κράτησε πολὺ καιρὸ στὴν πόλη τους. Καὶ καθὼς οἱ Λακεδαιμόνιοι ἀγανακτοῦσαν καὶ τὸ θεωροῦσαν μεγάλη συμφορά, συγκαλοῦσαν πολλὲς φορὲς συνέλευση τῶν πολιτῶν τους κι ὁ κήρυκας φώναζε: Ποιός Σπαρτιάτης δέχεται μὲ τὴν θέλησή του νὰ δώση τὴν ζωή του γιὰ τὴν Σπάρτη; Τότε λοιπὸν παρουσιάσθηκαν ὁ Σπερθίας, ὁ γιὸς τοῦ Ἀνηρίστου, κι ὁ Βούλις, ὁ γιὸς τοῦ Νικολάου, Σπαρτιᾶτες ποὺ κι ἀπὸ τὴν φύση τους ἦσαν προικισμένοι μὲ χαρίσματα κι ἀπὸ τὴν πλουσιότερη τάξη τῆς πόλης, ἀνέλαβαν ἐθελοντικὰ νὰ τιμωρηθοῦν ἀπὸ τὸν Ξέρξη γιὰ τὴν θανάτωση τῶν κηρύκων τοῦ Δαρείου στὴν Σπάρτη. Ἔτσι οἱ Σπαρτιάτες τοὺς ἔστειλαν στοὺς Πέρσες γιὰ νὰ θανατωθοῦν.
Ἀξιοθαύμαστη στάθηκε καὶ αὐτὴ ἡ τολμηρὴ πράξη τῶν ἀνδρῶν αὐτῶν, ἀλλὰ κοντὰ σ’ αὐτὴν καὶ τὰ λόγια τους. Δηλαδή, στὴν πορεία τους πρὸς τὰ Σοῦσα φθάνουν στὴν αὐλὴ τοῦ Ὑδάρνη. Κι ὁ Ὑδάρνης, Πέρσης στὴν καταγωγή, ἦταν διοικητὴς τῶν στρατιωτικῶν δυνάμεων στὰ παραθαλάσσια της Μικρᾶς Ἀσίας• αὐτὸς τοὺς φιλοξένησε κάνο¬ντάς τους τὸ τραπέζι• καὶ πάνω στὸ τραπέζι, τοὺς ρώτησε: Ἄνδρες Λακεδαιμόνιοι, γιατὶ δὲν δέχεσθε νὰ γίνετε φίλοι τοῦ βασιλιᾶ; Νά, βλέπετε πῶς ξέρει ὁ βασιλιᾶς νὰ τιμᾶ τοὺς ἄνδρες ποὺ ἔχουν ἀρετή, ρίχνοντας μία ματιὰ σὲ μένα καὶ τὴν θέση ποὺ κατέχω. Ἔτσι λοιπὸν κι ἐσεῖς, ἂν γίνετε ἄνθρωποι τοῦ βασιλιᾶ (γιατὶ ἔχει σχηματίσει τὴν γνώμη πὼς εἶσθε ἄνδρες μὲ ἀρετή), ὁ καθένας σας θὰ μποροῦσε νὰ ἐξουσιάζη μία περιοχὴ τῆς Ἑλλάδος ποὺ θὰ τοῦ παραχωροῦσε ὁ βασιλιᾶς.
Ἡ ἀπόκρισή τους ἦταν ἡ ἑξῆς: Ὑδάρνη, ἡ συμβουλὴ ποὺ μᾶς ἀπευθύνεις στηρίζεται σὲ μονόπλευρη ἐμπειρία• γιατί μᾶς συμβουλεύεις γιὰ δύο πράγματα, ποὺ τὸ ἕνα τους τὸ δοκίμασες, τὸ ἄλλο ὅμως ὄχι• δηλαδὴ γνωρίζεις πολὺ καλὰ πῶς ζοῦν οἱ δοῦλοι, ὅμως δὲν δοκίμασες ὡς σήμερα τὴν ἐλευθερία, τί ἆραγε νὰ ’ναι, γλυκὸ ἢ ὄχι. Γιατὶ ἂν κάποτε τὴν δοκίμαζες, θὰ μᾶς συμβούλευες νὰ ἀγωνιζόμαστε γι’ αὐτὴν ὄχι μονάχα μὲ δόρατα, ἀλλὰ καὶ μὲ πελέκεις (μὲ τσεκούρια). Αὐτὴ τὴν ἀπάντηση ἔδωσαν στὸν Ὑδάρνη.»

Ἡ συνέχεια εἶναι ἐξ ἴσου ἐντυπωσιακὴ καὶ σχετίζεται μὲ τὴν ἄλλη διαχρονικὴ λέξη ποὺ ἐξετάζουμε, τὴν ἀρετή.

«Κι ἀπὸ κεῖ ἀνέβηκαν στὰ Σοῦσα• κι ὅταν παρουσιάσθηκαν στὸν βασιλιὰ πρῶτα πρῶτα, ἐνῷ οἱ σωματοφυλακές του τοὺς πρόσταζαν, ἀ¬σκῶντας βία, νὰ πέσουν καὶ νὰ προσκυνήσουν τὸν βασιλιά, δὲν δέχθη¬καν μὲ κανέναν τρόπο νὰ τὸ κάνουν, ὅσο κι ἂν ἐκεῖνοι τοὺς ἔσπρωχναν τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω• γιατί, ἐπέμεναν πὼς οὔτε στὸν νόμο τους εἶναι γραμ¬μένο νὰ προσκυνοῦν ἄνθρωπο οὔτε γι’ αὐτὸ ἦλθαν (οὔτε γὰρ σφὶ ἐν νόμῳ εἶναι ἄνθρωπον προσκυνέειν οὔτε κατὰ ταῦτα ἤκειν), [Ἡροδότου Ἱστορία, βιβλίο 7ο, 136, 5-6]
Κι ἀφοῦ μὲ ἀγῶνα ἀπέφυγαν τὴν προσκύνηση, κατόπιν λένε τὰ ἑξῆς καὶ μὲ τὸ ἀκόλουθο περίπου περιεχόμενο: Βασιλιὰ τῶν Μήδων, ἐμᾶς μᾶς ἔστειλαν οἱ Λακεδαιμόνιοι ὡς ἀντιστάθμισμα γιὰ τοὺς κήρυκές σας ποὺ θανατώθηκαν στὴν Σπάρτη, γιὰ νὰ πληρώσουμε ἐμεῖς γιὰ τὸν θάνατό τους.»

Τὸ στοιχεῖο αὐτὸ μᾶς βοηθᾶ νὰ συνδέσουμε τὸ δεύτερο χαρακτηριστικὸ τῆς Λακωνικῆς νοοτροπίας, τοῦ Λακωνικοῦ χαρακτῆρα. Τὴν ἀρετή!
Γιὰ νὰ ὑπάρξει ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ πρέπει νὰ ὑπάρξει ΝΙΚΗ. Καὶ γιὰ νὰ ὑπάρξει ΝΙΚΗ πρέπει νὰ ὑπάρξει ΑΡΕΤΗ.


ΑΡΕΤΗ

Ἂς γνωρίσουμε λοιπὸν τὴν δεύτερη ἰδιαίτερη λέξη, ποὺ χαρακτηρίζει τὸν λακωνικὸ χαρακτήρα, τὴν λέξη «ἀρετή».
Γιὰ νὰ καταλάβουμε καλύτερα τὴν σημασία ποὺ ἔδιναν οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι στὴν λέξη «ἀρετή», ἀρκεῖ νὰ δοῦμε τί σημαίνει αὐτὴ σήμερα. «Ἀρετὴ εἶναι ἡ ἠθικὴ ἀνωτερότητα, ἡ ὑπεροχὴ» (Λεξικὸ Μπαμπινιώτη)
Σήμερα ὅμως, ἡ σημασία τόσο τῆς λέξεως «ἀρετή», ὅσο καὶ τοῦ ὀνόματος «ἀγαθός», τὸ ὁποῖο σχετίζεται μὲ τὴν ἰδιότητά της, ἔχουν διαστρεβλωθῆ, παίρνοντας μία τελείως διαφορετικὴ τροχιὰ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα.
Γιὰ νὰ καταλάβουμε καλύτερα τὴν σημασία ποὺ ἔδιναν οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι στὴν λέξη «ἀρετή», ἂς παρακολουθήσουμε τί λένε γι’ αὐτὴν τὰ λεξικά τους.
Τὸ «Etymologicum Magnum» τονίζει μεταξὺ τῶν άλλων:
Λέγεται δὲ καὶ ἡ κατὰ πόλεμον δύναμις, παρὰ τὸν Ἄρην, τὸν πόλεμον. Λέγεται δὲ ἀρετὴ καὶ ἡ ἐν παντὶ πράγματι ὑπεροχή• παρὰ τὸ αἰρῶ, τὸ προαιροῦμαι. Σημαίνει τὴν κατὰ πόλεμον ἀνδρείαν… Σημαίνει καὶ τὴν ψυχικὴν ἀρετήν·»
Ἂν προσέξουμε δὲ μὲ μεγαλύτερη προσοχὴ τὰ λέξικά, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι ἐκτὸς τῶν ἄλλων ἐτυμολογιῶν, ἡ λέξη «ἀρετή», δηλώνει καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ Ἄρεως. Τὴν μαχητικότητα. Τὴν ἀνδρεία. Καὶ πράγματι πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ μάχεται γιὰ νὰ κατακτήσει ὁ,τιδήποτε. Νὰ μάχεται γιὰ νὰ ἔχει καλὲς ἐπιδόσεις. Νὰ μάχεται γιὰ νὰ βελτιώσει τὸν χαρακτήρα του. Νὰ μάχεται γιὰ νὰ εἶναι πιὸ δυνατός. Νὰ μάχεται γιὰ νὰ γίνει πιὸ ὠφέλιμος στοὺς συνανθρώπους του. Αὐτὲς τὶς τέσσερις ἰδιότητες τὶς συγκεντρώνουν τὰ τέσσερα παραθετικὰ τοῦ ἐπιθέτου «ἀγαθός», τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὸν τύπο ἤδη «ἀρείων (ἀμείνων)», «ἄριστος», σχετίζεται μὲ τὴν ἀρετή.

Διαπιστώνουμε λοιπὸν ἀπὸ τὴν μελέτη τῶν ἐπεξηγήσεων ποὺ δίνουν τὰ λεξικὰ ὅτι γιὰ τοὺς ἀρχαίους πατέρες μας, ἡ λέξη εἶχε διάφορες σημασίες: Σήμαινε τὴν γενναιότητα, τὴν ψυχικὴ ἀρετή, τὴν μαχητικότητα ἀλλὰ καὶ τὴν ὑπεροχή. Ἦταν αὐτὴ ποὺ ἐπιθυμοῦσαν καὶ ἐπεδίωκαν οἱ πάντες.
Τὸ «τᾶν ἢ ἐπὶ τᾶς», γιὰ παράδειγμα, ἦταν ἡ αὐτονόητη ἀπαίτηση τῆς πολεμικῆς ἀρετῆς τοῦ γιοῦ της, ἀπὸ τὴν Λάκαινα Μάνα, ἡ ὁποία ἀπαιτοῦσε θάρρος στὴν ἀντιμετώπιση τοῦ κινδύνου, τόλμη στὴν διεκδίκηση τῆς νίκης καὶ ἀποτέλεσμα στὸν ἀγῶνα. Θὰ κατανοήσουμε ὅμως καλύτερα τὴν ἰδιαίτερη αὐτή σημασία ἀπὸ τὴν ἐξήγηση ἑνὸς ἰδιαιτέρως χαρακτηριστικοῦ παραδείγματος!
Ὁ Λεωνίδας, ὅταν ὁ Ξέρξης τοῦ ζήτησε νὰ παραδώση τὰ ὅπλα, τοῦ ἀπήντησε τὸ περίφημο «μολὼν λαβέ»! Τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν γνωρίζουν πολλοὶ τὴν ἰδιαίτερη σημασία τῶν λέξεων αὐτῶν τῆς ἑλληνικῆς, ὁδήγησε τοὺς «μεταφραστές» νὰ τὸ ἀποδώσουν ὡς «ἔλα νὰ τὰ πάρης»! Οἱ ξένες μάλιστα πολεμικὲς ταινίες τῆς μάχης τῶν Θερμοπυλῶν τὸ ἀποδίδουν ὡς «come and get them»!
Ὅμως ὁ Λεωνίδας δὲν εἶπε αὐτό. Διότι ἦταν Λάκων καὶ διότι ἐννοοῦσε τὸ Λακωνικὸ αὐτονόητο. Ἂν ἐννοοῦσε αὐτό, ποὺ λένε ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ οἱ μὴ σχετικοὶ μὲ τὴν γλῶσσα, τότε θὰ ἔλεγε «ἐλθὼν λαβέ» καὶ ὄχι «μολὼν λαβέ». Καὶ θὰ ἐξηγήσω ἀμέσως τί ἐννοῶ. Τὸ ρῆμα «μολώσκω», ποὺ τρέπεται σὲ «βλώσκω» καὶ ἔχει ἀόριστο «ἔμολον» καὶ τὴν μετοχὴ ἀορίστου «μολών».
Γνωρίζουμε βεβαίως ὅτι στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα οὐσιαστικὰ δὲν ὑπάρχουν συνώνυμα. Γιὰ νὰ δηλωθῆ τὸ ρῆμα «ἔρχομαι» ἢ «πηγαίνω» ὑπάρχουν δεκάδες τύποι, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ καθένας εἶχε μία εἰδοποιὸ νοηματικὴ διαφορὰ ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ δήλωνε κάτι λίγο διαφορετικό.
Ἔτσι τὸ ρῆμα «βλώσκω» σημαίνει ἔρχομαι κάπου, πηγαίνω κάπου, ἀφοῦ ὅμως πρῶτα βρίσκω τὰ ψυχικὰ ἀποθέματα, τὸ θάρρος ψυχῆς. Ὅταν λοιπὸν ὁ Λεωνίδας ἀπάντησε στὴν ἀπαίτηση τοῦ Ξέρξη «μολὼν λαβέ», δὲν ἐννοοῦσε «ἔλα νὰ τὰ πάρεις» ἀλλὰ «βρὲς πρῶτα τὸ θάρρος καὶ ἔλα νὰ τὰ πάρεις», «ἂν τολμᾶς, ἔλα νὰ τὰ πάρεις»!
Ἡ μετοχὴ βεβαίως εἶναι ὑποθετικὴ καὶ ἡ φράση ἀποδίδει ὑποθετικὸ λόγο. Ὅμως τὸ μήνυμα ἦταν σαφές. «Ἄν σου κοτάη, ἔλα». Καὶ φυσικὰ αὐτὴ ἡ ἐπίδειξη θάρρους ἦταν συνέχεια τῆς ἀτειχίστου πόλεως, ἡ ὁποία δήλωνε ὅτι τὰ τείχη εἶναι γιὰ τοὺς ἄλλους. Γιὰ μᾶς «τείχη εἶναι τὰ σώματα τῶν στρατιωτῶν μας»! Ἡ πολεμικὴ ἀρετὴ σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο!
Τὸ πόσο ὑπολόγιζαν τὴν ἀρετὴ τῶν ἀνδρῶν τους οἱ Λακεδαιμόνιοι τὸ ἀναφέρουν οἱ συγγραφεῖς. Ὁ Ἀρχίδαμος ὁ Ζευξιδάμου, «ἐρωτηθεὶς δὲ διὰ τί μικροῖς τοῖς ἐγχειριδίοις χρῶνται "ὅτι τῶν ἄλλων" ἔφη "τοῖς πολεμίοις ἔγγιον προσπελάζομεν"».

Ὁ Πλούταρχος, στὸ ἔργο του «Βασιλέων ἀποφθέγματα καὶ στρατηγῶν» (191d,9), γράφει ὅτι ὁ «Ἀρχίδαμος ὁ Ἀγησιλάου καταπελτικὸν βέλος ἰδὼν τότε πρῶτον ἐκ Σικελιας ἀχθὲν ἀνεβόησεν "ὦ Ἡράκλεις, ἀπόλωλεν ἀνδρὸς ἀρετά"».

ΧΟΡΟΣ

Ὁ συναγωνισμὸς αὐτὸς τῆς ἀρετῆς δὲν ὑπῆρχε μόνο μεταξὺ τῶν στρατιωτῶν ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τῶν ἡλικιῶν.
Ὅπως μᾶς ἔχει διασώσει ὁ Πλούταρχος οἱ Λακεδαιμόνιοι εἶχαν «ἐπαγγελία τε καὶ μεγαλαυχία πρὸς ἀρετὴν πρέπουσα ταῖς ἠλικίαις»
Εἶχαν δηλαδὴ «ὑποσχέσεις καὶ λόγια ὑπερηφάνειας γιὰ τὴν ἀρετὴ ποὺ ταίριαζε σὲ κάθε ἡλικία».
Καὶ ἀμέσως μετὰ μᾶς λέει:
Καθὼς λοιπὸν ὑπῆρχαν τρεῖς χοροὶ ἀντίστοιχοι στὶς τρεῖς ἡλικίες, ποὺ συγκροτοῦνταν γιὰ τὶς γιορτές, ὁ χορὸς τῶν γερόντων ἄρχιζε νὰ τραγουδᾶ:
(Triîn oân corîn Ôntwn kat¦ t¦j tre‹j ¹lik…aj kaˆ sunistamšnwn ™n ta‹j ˜orta‹j, Ð mn tîn gerÒntwn ¢rcÒmenoj Ïden)

«Ἤμασταν κι ἐμεῖς κάποτε παλληκάρια δυνατά»•
( ‘¡mšj pot' Ãmej ¥lkimoi nean…ai•)

ἔπειτα ὁ χορὸς τῶν ἀνδρῶν στὴν ἀκμὴ τῆς ἡλικίας τους ἀπαντοῦσε".
(eta Ð tîn ¢kmazÒntwn ¢ndrîn ¢meibÒmenoj œlegen)

«Ἐμεῖς εἴμαστε τώρα. Ἂν θέλεις, ἔλα νὰ δεῖς».
‘¡mj dš g' e„mšj• a„ d lÍj, aÙg£sdeo•’

Τρίτος ὁ χορὸς τῶν παιδιῶν ἔλεγε'.
(Ð d tr…toj Ð tîn pa…dwn)

«Ἐμεῖς θὰ γίνουμε πολὺ καλύτεροι».
‘¡mj dš g' ™ssÒmesqa pollù k£rronej.’»

Τὸ ἑλληνικὸ αὐτὸ ἔθος τῶν προγόνων μας Λακώνων καὶ Μανιατῶν, πρέπει νὰ συνεχίσουμε σήμερα. Καὶ πρέπει νὰ διδάξουμε τὰ παιδιά μας ὄχι μόνο νὰ μᾶς λένε ἀλλὰ καὶ νὰ μᾶς δείχνουν ὅτι εἶναι ἀπὸ τρανὴ γενιά, πιστοποιῶντας τὸ «Ἐμεῖς θὰ γίνουμε πολὺ καλλίτεροι».
Αὐτὸ εὐχόμεθα σήμερα γιὰ ὅλα γιὰ τοὺς ἄριστους νέους τῶν συγχρόνων Λακώνων, τῶν συγχρόνων Μανιατῶν, τῶν συγχρόνων Ἑλλήνων! Νὰ μᾶς ξεπεράσουν σὲ ὅλα!

ΝΙΚΗ

Καὶ τελειώνουμε μὲ τὴν τρίτη οὐσιαστικὴ λέξη, ἡ ὁποία ἔχει γίνει βασικὸ συστατικό της Λακωνικῆς καὶ Μανιάτικης Νοοτροπίας. Τὸ ρῆμα «νικῶ», στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα μπορεῖ νὰ ἀποδοθῆ μὲ ἀρκετὰ ρήματα: «κρατῶ», «ὑπερτερῶ», «περιγίγνομαι», «ἀποκαίνυμαι», «ἐρέπτω», «θῶ», «καταβάλλω», «καταπολεμῶ», «αἰρῶ», «περίημι», κ.λπ.

Γιὰ παράδειγμα
Κρατῶ = νικῶ διὰ τῆς σωματικῆς δυνάμεως, ὑπερτερῶ = νικῶ λόγῳ ἀριθμοῦ δυνάμεως, ἐρέπτω = καταβάλλω, καταβάλλω = ρίπτω στὸ ἔδαφος (œstin œra ¹ gÁ, ™k toÚtou g…netai ™ršptw, Ö shma…nei tÕ e„j gÁn katab£llw), αποκαίνυμαι = νικώ με φόνο (Ἀποκαίνυμαι: Τὸ νικῶ. Και Ὅμηρος, Ἀπεκαίνυτο πάντας ἀρίστους. Κυρίως τὸ φονεύειν. Ἀπὸ τοῦ καίνω, τὸ φονεύω, γίνεται καίνυμι· καὶ ἐκαινύμην, καὶ ἀπεκαίνυτο. Μεταφορικὴ δὲ ἡ λέξις. Κυρίως γὰρ ἐπὶ τῶν φονευόντων καὶ νικώντων λαμβάνεται) Θῶ = νικῶ προκαλῶντας ζημία. (παρὰ τὸ θῶ ῥῆμα, ὃ σημαίνει τὸ ζημιῶ καὶ καταβάλλω, γίνεται θωή· καὶ ὡς φῶ φωή καὶ ζῶ ζωή, οὕτως καὶ παρὰ τὸ θῶ, τὸ καταβάλλω καὶ ζημιῶ, γίνεται θωή, ἡ ζημία). αἰρῶ = τὸ καταβάλλω καὶ πορθῶ.
Μόνο τὸ «νικῶ» σήμαινε νικῶ μὲ δύναμη ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ τὸ εὔψυχον, τὴν εὐψυχία, τὴν ψυχικὴ δύναμη, τὸ σθένος. (Αὐτὸ ἐξηγεῖ καὶ ἡ Nike (=νίκη), ἀμερικανικὴ ἑταιρεία ἀθλητικῶν εἰδῶν).
Γι’ αὐτὸ οἱ Μανιάτες εἶχαν στὴν σημαία τους τὸ «ΝΙΚΗ ἢ ΘΑΝΑΤΟΣ». Εἶχαν τὴν διαχρονικὴ λέξη τῶν Λακώνων. Τὴν Νίκη, ποὺ ξεκινοῦσε ἀπὸ τὴν λεβεντιά τους καὶ τὸ διαχρονικὸ θάρρος ψυχῆς!

Τὸ πόσο αὐτὴ ἡ λέξη καθώρισε τὴν ζωὴ τῶν Λακώνων φαίνεται ἀπὸ τὰ ὀνόματα ποὺ τὴν περιλαμβάνουν ὡς α΄ ἢ β΄ συνθετικό, καὶ τὰ ὁποῖα κατακλύζουν τὰ κείμενα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Συγγραφέων.
Νικόβολος, Νικόβουλος, Νικοδάμας, Νικόδαμος, (Νικόδημος), Νικόδικος, Νικόδρομος, Νικόδωρος, Νικόθεος, Νικοθόης, Νικοκλῆς, Νικοκλείδης, Νικοκράτης, Νικοκρέων, Νικολάδας, Νικόλας, Νικόλεως (Νικόλαος), Νικόλοχος, Νίκαρχος, Νίκανδρος, Νικόμαχος, Νικομήδης, (Νικομηδαίος), Νικονίδας, Νικόξενος, Νικοποιός, Νικόπολις, Νικοπολίτης, Νικορέζος, Νικορόντης, Νικοσθένης, Νικόστρατος, Νικοτέλης, Νικοφάνης, Νικόφημος, Νικοφῶν, Νικοχάρης, Νικόφις, Νικόρτης, Νίκων, Ἀριστόνικος, Ἀνδρόνικος, Λεωνίκης καὶ πολλὰ ἄλλα.
Ἐδῶ διαπιστώνουμε ὅτι τὰ ὀνόματα Νικόλας καὶΝικόλεως (Νικόλαος), ποὺ χρησιμοποιοῦμε κατὰ κόρον σήμερα, εἶναι ἀρχαῖα Σπαρτιατικά!
Καὶ τελειώνω μὲ μία διαπίστωση μέσῳ τῆς ἐπλογῆς κάποιων στίχων ἑνὸς ποιήματος... Τὴν κάνει ὁ Σπαρτιάτης, ὁ Μανιάτης, ὁ Ἕλληνας... Τρία ἄτομα, ποὺ ἡ ἐναλλαγή τους στὶς χωροχρονικὲς διαστάσεις τοῦ Ἑλλαδικοῦ τόπου καταλήγει πάντα σὲ ὕπαρξη τοῦ Ἑνός, ὁ ὁποῖος διαθέτει τὶς ἀρετὲς καὶ ἀγωνίζεται γιὰ τοὺς σκοποὺς καὶ τῶν Τριῶν... **

Ἡ Μάνα Ἑλλάδα, ἡ Μάνα Λακωνία εἶναι ἡ Μάνα ὅλων μας. Καὶ ὁ καθένας μας θὰ μποροῦσε νὰ πῆ αὐτό, ποὺ ὁ βάρδος τοῦ Λακωνικοῦ πνεύματος ψάλλει...

Μὲ γέννησε μὲς στ’ ἄσπρα της καὶ μὲς στὰ θαλασσιά της...
Κι ὁρίζοντας ἐπάνω μου δυνάμεις τοῦ Πρωτέα,
μὲ κάνει ἀμέσως σταυραετό, μοῦ δίνει τὰ φτερά της...
καὶ μὲ μαθαίνει νὰ πετῶ μ΄ ἐκείνηνε παρέα...

Πέτρα κι ἐλιὰ μὲ βύζαξαν, μὲ βγάλαν παλληκάρι...
Τοῦ θυμαριοῦ ἡ μυρωδιά, θέριεψε τὴν καρδιά μου...
Αὐτοὶ οἱ πύργοι οἱ πέτρινοι μὲ κάνανε λιοντάρι,
θυμίζοντας βασιλικὴ πὼς εἶναι ἡ γενιά μου...

Κι ὅταν στὸν διάλογο, μπαίνει καὶ ὁ Ἥλιος, ὁ περιλαμβάνων τὸ φῶς, τότε περνᾶμε σὲ ἄλλη διάσταση! Στὴν διάσταση τῆς Δόξας! Γιατὶ μᾶς δίνει τὶς τελευταῖες συμβουλές, γιὰ κάθε Λακωνικὸ ἢ Ἐθνικὸ Ἀγῶνα...
Σὲ ἕναν ἀγῶνα, στὸν ὁποῖον συμπαρίστανται ὁ Ἥλιος, ἡ Μάνα μὲ κάθε ἰδιότητα (Μάνα πατρίδα, Μάνα φυσική), ἡ Παναγία, μὲ τὴν ἰδιότητα τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ, ὁ φύλακας Χριστός, ὅλοι συμπαρίστανται γιὰ νὰ στεφθῆ ὁ Λάκων, ὁ Μανιάτης, ὁ Ἕλληνας, μὲ τὰ φτερὰ τῆς Δόξας, τῆς Ἀρετῆς, τῆς Νίκης!!!

Κι ὁ βάρδος τοῦ Λακωνικοῦ στοχασμοῦ καταλήγει...

Νὰ ’χης ἐμένα ὁδηγὸ καὶ τὴν εὐχὴ τῆς Μάνας...
Τῆς Παναγιᾶς μας τὸ σπαθί, φύλακα τὸν Χριστό...
κι ὁρμῶντας μὲ τὴν δύναμη ποὺ δίνει ὁ παιᾶνας,
θὰ φέρης τὴν Ἀνάσταση μὲ τρόπο θαυμαστό...

Νὰ μὴ ξεχάσης μοναχὰ τῆς Μάνας σου τὶς λέξεις...
« Νὰ ’χης γι’ ἀσπίδα τὰ φτερὰ στὸν Ἄδη σὰν πετᾶς »...
Κι ὅταν βρεθῆς στὸν κίνδυνο θὰ πρέπει νὰ διαλέξης,
φωνάζοντας Σπαρτιατικὰ « ἢ ΤΑΝ ἢ ἐπὶ ΤΑΣ»



* (Ὁμιλία τοῦ Ἀντωνίου Ἀ. Ἀντωνάκου στὸ 63ο Συνέδριο τῆς Παλλακωνικῆς Ὁμοσπονδίας Ἀμερικῆς – Καναδᾶ, τὸ ὁποῖο ἔγινε στὴν Σπάρτη ἀπὸ 28 - 7 ἕως 1 - 8 – 2010). Ἡ ἴδια ὁμιλία ἐπανελήφθη στὸ Πολιτιστικὸ Κέντρο Ἀρεοπόλεως Λακωνίας τὴν 20η Νοεμβρίου 2010.

** Οἱ στίχοι αὐτοὶ ἀποτελοῦν ἀπόσπασμα τοῦ βραβευμένου τὸ ἔτος 1981 ποιήματος τοῦ Ἀντωνίου Ἀ. Ἀντωνάκου μὲ τίτλο «Πέτρα κι ἐλιὰ», τὸ ὁποῖο περιλαμβάνεται στὴν